Σχόλιο του Γιώργου Γαβρήλου, Τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ, μετά το φιάσκο των διαβουλεύσεων μεταξύ Κυβέρνησης και κοινωνικών εταίρων για τον κατώτατο μισθό, στο πλαίσιο του πρόσφατου Νόμου 5163/2024.
Οι δηλώσεις της ΓΣΕΕ και της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας(ΕΣΕΕ), σημειώνει ο Τομεάρχης Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ, μετά την αποχώρηση τους από τη διαδικασία διαβούλευσης για τον κατώτατο μισθό, έτσι όπως αυτή θεσπίστηκε με τον πρόσφατο Νόμο Κεραμέως, είναι αποκαλυπτικές του εμπαιγμού της Κυβέρνησης απέναντι στον κόσμο της Εργασίας.
Όπως κατήγγειλαν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, η Κυβέρνηση, μονομερώς, έχει ήδη προαποφασίσει το ύψος της αύξησης του κατώτατου μισθού με ταβάνι τα 950 ευρώ μέχρι το τέλος του 2027 (40 ευρώ δηλαδή περίπου παραπάνω για κάθε χρόνο!), τορπιλίζοντας επί της ουσίας τη διαδικασία διαβούλευσης που η ίδια είχε προβλέψει. Το να καθίστανται, σχολιάζει ο Γιώργος Γαβρήλος, οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, απλοί παρατηρητές ενός «στημένου» σκηνικού που δεν προσφέρει τίποτα στη βελτίωση της θέσης των μισθωτών, ειδικά σε μια περίοδο που η ΝΔ περικόπτει εργασιακά δικαιώματα και καταδικάζει τους εργαζόμενους στη φτώχεια και την ανασφάλεια, είναι το λιγότερο απαράδεκτο και μας πάει πίσω στα σκληρά χρόνια των Μνημονίων.
Το Υπουργείο οφείλει να απαντήσει, τονίζει ο Τομεάρχης Εργασίας ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ, ποιο τελικά το νόημα της παρουσίας των εκπροσώπων των εργαζομένων στο τραπέζι της συζήτησης, αφού ήδη έχει αποφασίσει το αποτέλεσμα του «αλγόριθμου» και έχει «προεξοφλήσει» τις μισθολογικές ανάγκες των εργαζομένων για τα επόμενα τρία χρόνια;
Ποιος ο σκοπός να προσποιούμαστε ότι συζητάμε ελεύθερα για αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, όταν η Κυβέρνηση, κατά παράβαση της Κοινοτικής Οδηγίας, που υποτίθεται ενσωμάτωσε πρόσφατα στο εθνικό δίκαιο, κράτησε τελικά για τον εαυτό της το δικαίωμα να αποφασίζει μόνη της για τον κατώτατο μισθό, χωρίς Συλλογικές Διαπραγματεύσεις;
Πώς αποδεικνύει η κα. Κεραμέως τη δήθεν έγνοια της για τις ΣΣΕ, όταν ακόμη και τη Συλλογική Σύμβαση των Ηλεκτρολόγων, για παράδειγμα, που είχε υπογραφεί και από τα δυο μέρη, τελικά την κράτησε ανενεργή στο συρτάρι του Υπουργείου, με αποτέλεσμα την άρνηση των εργοδοτών να προχωρήσουν σε νέα υπογραφή Ομοιοεπαγγελματικής Σύμβασης, με όποιες συνέπειες επιφέρει αυτό στο μισθό και στις συνθήκες εργασίας των συγκεκριμένων εργαζομένων;
Με αυτές τις μεθοδεύσεις και με τα ανούσια επικοινωνιακά πυροτεχνήματα της Κυβέρνησης, τελικά πώς πραγματικά η χώρα μας θα καταφέρει, από το 30% που είναι αυτή τη στιγμή το ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από ΣΣΕ, να πιάσει τον ευρωπαϊκό στόχο του 80%;
Ο κόσμος της μισθωτής εργασίας διεκδικεί επαναφορά των Συλλογικών Διαπραγματεύσεων. Ενίσχυση των Συλλογικών Συμβάσεων, θεσμική οχύρωση της υποχρεωτικής τους ισχύος, επαναφορά της επεκτασιμότητας και της συρροής. Ζητάει πραγματικές αυξήσεις σε κατώτατο και μέσο μισθό, έχοντας ως βάση μια νέα Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που θα έχει προκύψει από πραγματικές ελεύθερες συζητήσεις των κοινωνικών εταίρων.
Ενάντια στις σκληρές νεοφιλελεύθερες πολιτικές της Κυβέρνησης Μητσοτάκη και στα πονηρά παιχνίδια που παίζει για χάρη των φιλικών της εργοδοτικών συμφερόντων, τα Συνδικάτα και οι εργαζόμενοι, ζητούν ένα ελεύθερο πλαίσιο διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, δικαιώματα, σεβασμό και μια αξιοπρεπή ζωή.