Δήλωση Γιώργου Γαβρήλου, Τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ, σχετικά με την απόφαση της Κυβέρνησης για μείωση των ασφαλιστικών εισφορών στις υπερωρίες. 

Η επερχόμενη, από 1 Μάρτη, μείωση των ασφαλιστικών εισφορών στις υπερωρίες έχει γίνει η νέα πολυδιαφημιζόμενη ατζέντα της ΝΔ. Η Κυβέρνηση, την ώρα που εμμονικά αρνείται την επιστροφή των αναδρομικών σε όλους τους συνταξιούχους, που δεν προβαίνει σε ουσιαστικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων και που δεν ενισχύει τις Συλλογικές Διαπραγματεύσεις και Συμβάσεις, προσπαθεί να «πουλήσει» ως δήθεν μεγάλη πολιτική στήριξης του κόσμου της εργασίας, μερικά μόνο ευρώ που πρόκειται να δουν οι εργαζόμενοι στα καθαρά έσοδά τους από την μείωση των ασφαλιστικών εισφορών στις υπερωρίες.

 Με ποιο τίμημα όμως γίνεται αυτό και ποιους τελικά ευνοεί πραγματικά;

Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών στις υπερωρίες (υπερωρίες, νυχτερινά, αργίες) αποτελεί «τυράκι» στην φάκα για τους εργαζόμενους. Πρόκειται για μια πολιτική που δημιουργεί ουσιαστικό πρόβλημα στην βιωσιμότητα του ΕΦΚΑ, στην αγορά εργασίας και στην απασχόληση, ενώ οδηγεί σε περισσότερη υπερ-εργασία.  

Η συγκεκριμένη απόφαση πέρα από ένα μικρό κέρδος που φέρνει στις τσέπες των εργαζομένων, ουσιαστικά φέρνει ένα μεγαλύτερο για τις τσέπες των εργοδοτών, αφού μειώνει το κόστος σε υπερωρίες που δαπανά μια επιχείρηση και άρα η τακτική της εξαντλητικής υπερωριακής απασχόλησης των ήδη εργαζομένων, αντί της πρόσληψης επιπλέον προσωπικού, ώστε να βγει η δουλειά, θα συνεχιστεί κανονικά και με τον νόμο! Η συγκεκριμένη απόφαση οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο πάγωμα νέων θέσεων εργασίας, σε αύξηση της ανεργίας και  

Πέραν, αυτού, δημιουργείται μια επιπλέον τρύπα στον προϋπολογισμό του ΕΦΚΑ (υπολογίζεται σε 20εκ ετησίως) και ένα κενό στις μελλοντικές συντάξεις των εργαζομένων, που τελικά θα οδηγήσει σε μικρότερες συντάξεις και σε έλλειμα του Οργανισμού. Αλήθεια, μετά τις πρόσφατες κρίσεις που η χώρα μας πέρασε αλλά και το μεγάλο πρόβλημα του δημογραφικού, έχουμε περιθώριο να βάλουμε μια ακόμη φωτιά στα θεμέλια του ΕΦΚΑ και στην βιωσιμότητα του κοινωνικό- ασφαλιστικού μας Συστήματος;